Μιστράς

Μιστράς
I
Βυζαντινή πολιτεία της Πελοποννήσου, έξι χιλιόμετρα ΒΔ της Σπάρτης, ερειπωμένη σήμερα, η οποία στάθηκε στο προσκήνιο της ιστορίας για δύο αιώνες και τα ερείπιά της αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γνώση της ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού του Βυζαντίου.
Ιστορία. Η ιστορία του Μ. αρχίζει στα μέσα του 13ου αι., όταν οι Φράγκοι είχαν ολοκληρώσει την κατάκτηση της Πελοποννήσου. Το 1249 ο πρίγκιπας του Μορέως Βιλλεαρδουίνος B’ έχτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή (ύψους 620 μ.) ενός παράξενου και απότομου βουνού, που λεγόταν Μυστράς ή Μυζηθράς. Δέκα χρόνια αργότερα (1259) ο Βιλλεαρδουίνος πιάστηκε αιχμάλωτος από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Μιχαήλ Παλαιολόγο στη μάχη της Πελαγονίας (κοντά στο Μοναστήρι της Σερβίας) και εξαγόρασε την ελευθερία του προσφέροντας ως αντάλλαγμα στον αυτοκράτορα τα κάστρα του M., της Μονεμβασίας και της Μάνης. Ο M., χάρη στην οχυρή και απρόσιτη θέση του, έγινε από το 1262 έδρα Βυζαντινού στρατηγού με τον τίτλο «κεφαλή» και με θητεία ενός χρόνου. Από εδώ αρχίζει το κύριο κεφάλαιο της ιστορίας του M., που θα κρατήσει δύο αιώνες. Οι κάτοικοι της γειτονικής Λακεδαίμονος (Σπάρτης), αναζητώντας μεγαλύτερη ασφάλεια, ιδίως μετά τη μάχη Βυζαντινών και Φράγκων στο Μακρυπλάγι (1264), κοντά στη Μεγαλόπολη, έρχονται και χτίζουν τα σπίτια τους στην πλαγιά του M., γύρω από το κάστρο, για να έχουν την προστασία του στρατηγού. Η κατοικημένη περιοχή, που ονομάζεται Χώρα, περιβάλλεται με τείχος, που αρχίζει από τη δυτική πλευρά του κάστρου και περνάει πάνω από την Παντάνασσα. Τα σπίτια όμως απλώνονται σιγά - σιγά κι έξω από το τείχος, οπότε χτίζεται και δεύτερο για να προστατεύσει τη νέα συνοικία, που ονομάζεται Κάτω Χώρα. Την ίδια εποχή μεταφέρεται στον Μ. και η έδρα της Μητρόπολης της Λακεδαίμονας.
Από το 1308 η διοίκηση μεταβάλλεται: οι στρατηγοί γίνονται μόνιμοι διοικητές, όπως ο Καντακουζηνός (1308 - 1316) και ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος Ασάν (1316 - 1321). Λίγο αργότερα, στα μέσα του 14ου αι., ο Μ. γίνεται πρωτεύουσα της Πελοποννήσου με ισόβιο άρχοντα, που φέρει τον τίτλο «δεσπότης», και δημιουργείται το «Δεσποτάτο του Μωρέως», το οποίο θα περιφρουρήσει τον μεσαιωνικό ελληνισμό και θα τον επιβάλει στα ξένα φύλα: Σλάβους, Φράγκους, Αλβανούς κ.ά. Πρώτος δεσπότης γίνεται ο Μανουήλ (1348 - 1380), δευτερότοκος γιος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνού, ο οποίος κατορθώνει, με τη σύνεσή του, να ειρηνεύσει την περιοχή, να δώσει ευημερία στον Μ. και να τον κοσμήσει με ναούς και παλάτια. Μετά τον θάνατό του (1380), γίνονται δεσπότες δυο ακόμα μέλη του οίκου των Καντακουζηνών: ο Ματθαίος (1380 - 1383) και ο Δημήτριος (1383 - 1384)· ύστερα η εξουσία περνάει στην οικογένεια των Παλαιολόγων με πρώτο δεσπότη τον Θεόδωρο A’ (1383 - 1407), γιο του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Παλαιολόγου. Η νέα δυναστεία κατόρθωσε με νικηφόρες επιχειρήσεις, να επεκτείνει την εξουσία της σε όλη σχεδόν την Πελοπόννησο.
Παρά τους σοβαρούς κινδύνους από το εξωτερικό και την τουρκική απειλή, ο Μ. παραμένει εστία της πολιτικής και πνευματικής ζωής της αυτοκρατορίας και αποβαίνει το κέντρο της αναγέννησης των γραμμάτων και των τεχνών: σοφοί, καλλιτέχνες κα λόγιοι μαζεύονται στην αυλή του δεσπότη· εδώ θα έρθει (1400) ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων, η χαρακτηριστικότερη μορφή της περιόδου), θα ιδρύσει την περίφημη φιλοσοφική σχολή του, από την οποία τόσες φυσιογνωμίες πέρασαν, και θα μείνει ώς το τέλος της ζωής του (1442). Τον Θεόδωρο A’, o οποίος στο τέλος της ζωής του έγινε μοναχός, διαδέχεται ο ανιψιός του Θεόδωρος B’ (1407 - 1443), δευτερότοκος γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ B’. O νέος δεσπότης, που ήρθε στον Μ. συνοδευόμενος από πολλούς Βυζαντινούς άρχοντες και κυρίως από τον ναύαρχο Μανουήλ Φραγκόπουλο, ειρήνευσε τις διενέξεις, τακτοποίησε τα πολιτικά και στρατιωτικά θέματα και κατασκεύασε το τείχος «εξαμίλλιον» στον ισθμό της Κορίνθου. Διάδοχός τους ήταν ο νεώτερος αδελφός του Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (1443 - 1449), κάτω από τη συνετή και γενναία διοίκηση του οποίου ο Μ. γνώρισε την τελευταία περίοδο της δόξας του. Όταν το 1448 πέθανε ο αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης Ιωάννης H’, όλοι στις κρίσιμες εκείνες ώρες παραδέχτηκαν τον δεσπότη Κωνσταντίνο ως τη μόνη σωτηρία του γένους. Στις 6 Ιανουαρίου 1449 ο Κωνσταντίνος στέφεται στον Άγιο Δημήτριο, τη μητρόπολη του M., αυτοκράτορας - ο τελευταίος - του Βυζαντίου κι από εκεί ξεκινάει για την Κωνσταντινούπολη, όπου έμελλε να εκπληρώσει με ηρωισμό τον τραγικό ρόλο του.
Η ζωή του Μ. και του δεσποτάτου του Μωρέως θα τελειώσει στο πρόσωπο του ανίκανου διαδόχου του Κωνσταντίνου, του Δημητρίου, ο οποίος στις 30 Μαΐου 1460 παρέδωσε στον Μωάμεθ B’ το απόρθητο κάστρο του Μ. χωρίς μάχη. Το 1464 ο Σιγισμούνδος Μαλατέστα του Ρίμινι προσπάθησε να καταλάβει τον Μ. αλλά κατόρθωσε να κυριεύσει και να λεηλατήσει μόνο την πόλη, όχι το κάστρο· φεύγοντας πήρε μαζί του στο Ρίμινι και το λείψανο του Γεμιστού. Στην τουρκοκρατία ο Μ. εξακολούθησε να είναι μια ακμαία πόλη και έδρα του Τούρκου διοικητή (πασά). Από το 1687 έως το 1715 τον κατέχει ο στρατός του Ενετού Μοροζίνι, που τον κατέλαβε μαζί με όλη την Πελοπόννησο, βοηθούμενος από τους Έλληνες. Η πολιτεία έχει ακόμα ακμαίο εμπόριο, παράγει μετάξι και οι κάτοικοι της φτάνουν τις 42.000. Στην εξέγερση του 1770 οι Τούρκοι κάτοικοι του Μ. εξολοθρεύονται, μετά την αποτυχία του Ορλόφ όμως οι Τουρκαλβανοί σφάζουν, λεηλατούν και καταστρέφουν για δέκα χρόνια: ο πληθυσμός μειώνεται σε 8.000 περίπου. Στην Επανάσταση του 1821 ο M., αν και φτωχός πια και σε κατάπτωση, συμμετέχει στον αγώνα. Το 1825 οι Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ καίνε την Κάτω Χώρα. Οι κάτοικοι φεύγουν: άλλοι κατεβαίνουν λίγο χαμηλότερα, στον νέο Μιστρά, και άλλοι φτάνουν προς τις όχθες του Ευρώτα, όπου από το 1830 θα αρχίσει να χτίζεται η νέα Σπάρτη. Από τότε ο Μ. μεταβάλλεται σιγά - σιγά σε ερείπια. Το 1952 απαλλοτριώθηκαν οι ιδιοκτησίες και η βυζαντινή πολιτεία έγινε ένα απέραντο μουσείο.
Μνημεία. Ολόκληρος ο Μ. είναι ένα μουσείο: τα κάστρα, οι οχυρώσεις, οι πύλες, οι εκκλησιές, τα παλάτια, τα αρχοντικά, τα κοινά σπίτια του λαού, οι κρήνες και οι δρόμοι, που αποτελούν τη νεκρή πολιτεία, είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα και πιο σημαντικά σύνολα, μάρτυρες του δυναμικού ρόλου που έπαιξε «η θεοφρούρητος χώρα του Μυζηθρά» στην αναγέννηση των Παλαιολόγων, μετά την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη.
Κάστρο, οχυρώσεις, πύλες. Στην κορυφή του βραχώδους λόφου σώζεται το κάστρο, «το μέγα δυναμάριν», που έχτισε το 1249 ο Βιλλεαρδουίνος B’, αν και συνεχείς επισκευές και προσθήκες των Βυζαντινών και των Τούρκων έχουν εξαφανίσει σχεδόν το αρχικό κτίσμα. Αποτελείται από δύο μεγάλους περιβόλους και δύο πύλες, μια για τον καθένα. Στον εξωτερικό περίβολο σώζονται ερείπια από οικοδομές της τουρκοκρατίας, μια δεξαμενή κι ένας ισχυρός κυκλικός πύργος· στον εσωτερικό, η ερειπωμένη κατοικία του διοικητή του κάστρου, μια δεξαμενή, ένα ερειπωμένο παρεκκλήσι, που είναι το παλιότερο πιθανώς κτίσμα του M., και στο δυτικό άκρο, ένας στρογγυλός πύργος, που βλέπει προς τον Ταΰγετο.
Δύο τείχη περιέβαλλαν την πολιτεία. Το πρώτο (εσωτερικό), που, όπως αναφέρθηκε, κατασκευάστηκε για να προστατεύσει τους πρώτους κατοίκους που εγκαταστάθηκαν κάτω από το κάστρο στο β’ μισό του 13ου αι., αρχίζει από το δυτικό άκρο του κάστρου, κατεβαίνει τον απότομο βράχο, περνάει κάτω από τα παλάτια, ύστερα από την Παντάνασσα και συνεχίζει προς τα Ν μέχρι την άκρη του βράχου. Το δεύτερο τείχος (εξωτερικό) αρχίζει από τη βορεινή πλευρά του πρώτου, περνάει κάτω από το συγκρότημα του Βροντοχίου και της Μητρόπολης, από τον πύργο της σημερινής εισόδου προς τον αρχαιολογικό χώρο, από τη Μαρμάρα, και φτάνει μέχρι την Περίβλεπτο. Τετράγωνοι πύργοι σε ορισμένες αποστάσεις ενισχύουν την άμυνα της οχύρωσης.
Οι πύλες της πολιτείας ήταν τρεις: η Μαρμάρα, που ονομάστηκε έτσι από τη ρωμαϊκή σαρκοφάγο, η οποία έως τις αρχές του 20ού αιώνα (σήμερα έχει μεταφερθεί στην αυλή της Μητρόπολης) χρησίμευε σαν κρήνη· η πύλη με τον πύργο, κύρια είσοδος σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο, στην οποία καταλήγει ο αμαξιτός δρόμος· η πύλη του Ναυπλίου με τη σιδερένια «θύρα», που ανέβαινε και κατέβαινε, και την ισχυρή οχύρωση με ένα συγκρότημα τετράγωνων και στρογγυλών πύργων. Από την Κάτω Χώρα έμπαιναν διά της πύλης της Μονεμβασιάς ή Σιδερόπορτας, με τη σιδερένια «θύρα» την «καταρακτή», δηλαδή που ανεβοκατέβαινε.
Οι μεγάλες εκκλησίες του Μ. είναι επτά:
Μητρόπολη - Άγιος Δημήτριος. Τειχισμένο κτιριακό συγκρότημα, κολλημένο στη βορεινή πλευρά του εξωτερικού τείχους, υπήρξε το θρησκευτικό κέντρο του Μ. Στη δυτική αυλή, με τη μνημειακή πύλη, σώζεται το διώροφο οικοδόμημα, κτίσμα του μαρτυρικού ιεράρχη Ανανία Λαμπάρδη (1754), που χρησίμευε ως κατοικία του μητροπολίτη Λακεδαιμόνιας επί τουρκοκρατίας. Η ίδρυση της εκκλησίας το 1292, αφιερωμένης στον Άγιο Δημήτριο, συνδέεται με τον φιλόκαλο ιεράρχη Νικηφόρο Moσχόπουλο, ο οποίος έφερε μαζί του από την Κωνσταντινούπολη στον Μ. τα αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στοιχεία της πρωτεύουσας. Σώζεται και η κτητορική επιγραφή: τον θείον οίκον τον δε καινουργεί πόθω / Κρήτης πρόεδρος ευτελής Νικηφόρος / έχων αδελφόν Ααρών συνεργάτην / σκηπτοκρατούντος Αυσόνων Ανδρονίκου / Παλαιολόγου συν Μιχαήλ υιεί.../.
Η εξωτερική εμφάνιση της εκκλησίας είναι απλή. Ιδιαίτερη προσοχή έχει δοθεί στην κατασκευή του ανατολικού τοίχου με τις τρεις ημιεξάγωνες κόγχες, όπου έχει εφαρμοστεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Το χρυσοκίτρινο χρώμα των καλογωνιασμένων πωρόλιθων εναρμονίζεται άριστα με το κόκκινο χρώμα των πλίνθων, που τους περιβάλλουν με πλαστική λιτότητα. Στη νότια πλευρά του ιερού είναι προσκολλημένος ο κάπως ογκώδης τετράγωνος πύργος του κωδωνοστασίου, ο οποίος όμως, όπως απέδειξαν νεώτερες έρευνες, αρχικά ήταν παρεκκλήσιο. Μια καμαροσκέπαστη στοά με τρεις πεσσούς στολίζει τη δυτική πλευρά του ναού, ενώ η πλακόστρωτη αυλή, με τις τρεις τοξοστοιχίες στη βορεινή πλευρά, είναι μεταγενέστερη προσθήκη.
Αρχικά η εκκλησία έχει χτιστεί στο ρυθμό της τρίκλιτης βασιλικής, όπως συνηθιζόταν τότε για τους μητροπολιτικούς ναούς. Τoν 15o αι. όμως ο μητροπολίτης Λακεδαιμόνιας Ματθαίος, επηρεασμένος από τον τύπο μιας άλλης εκκλησίας του M., του Αφεντικού, κατέστρεψε την ανωδομία επάνω από τον γλυπτό κοσμήτη και πρόσθεσε όροφο - γυναικωνίτη και στέγη με διασταυρούμενες κεραίες και πέντε τρούλους, από τους οποίους ο κεντρικός βασίστηκε σε τέσσερις πεσσούς, που πάτησαν στις αρχικές τοξοστοιχίες. Έτσι δημιουργήθηκε περίεργη συνύπαρξη δύο διαφορετικών τύπων: της τρίκλιτης βασιλικής κάτω και του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με πέντε τρούλους επάνω.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο άφθονος γλυπτός διάκοσμος, ο οποίος όμως δεν μπορεί να αποτελέσει ασφαλές κριτήριο για τη δημιουργία σαφούς ιδέας περί της στάθμης της γλυπτικής κατά την εποχή που χτιζόταν η εκκλησία, γιατί ελάχιστα μέλη (όπως, πιθανώς, τα δύο μαρμάρινα πλαίσια των εικόνων στα μέτωπα των παραστάδων του Ιερού, με τον δαντελωτό διάκοσμο, και το περιθύρωμα της βορεινής πόρτας) είναι σύγχρονα με τη βασιλική του Νικηφόρου. Τέσσερα από τα κιονόκρανα προέρχονται από παλαιοχριστιανικό ναό, το τέμπλο, που έλαβε την τελική του μορφή τον 18o αι., έχει διακόσμηση διάφορων εποχών και τεχνοτροπιών, ο κοσμήτης του μεσαίου κλίτους από σκαλιστό πωρόλιθο είναι προσθήκη του Ματθαίου κλπ. Μια μαρμάρινη πλάκα με το οικόσημο των Παλαιολόγων, τον δικέφαλο αετό, έχει τοποθετηθεί στο κέντρο του μεσαίου κλίτους, για να θυμίζει τη στέψη του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, το 1449.
Μετά τις εργασίες καθαρισμού και συντήρησης των τοιχογραφιών, που έγιναν από το 1962 έως το 1970, από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, ο ζωγραφικός διάκοσμος του Αγίου Δημητρίου αποκτά μεγάλη σημασία και δίνει πολλά στοιχεία για να αξιολογηθεί καλύτερα το υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο του Μ. κατά την πρώτη περίοδο, δηλαδή έως το 1350. Αφού αποκαλύφτηκαν λεπτομέρειες και σκηνές άγνωστες πριν και οι τοιχογραφίες πήραν σχεδόν την αρχική τους λαμπρότητα, μπόρεσε να γίνει ο σωστός καθορισμός της διάταξης των θεμάτων και η ακριβέστερη τοποθέτηση τους κατά τεχνοτροπίες.
Στο ιερό, στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας, αποκολλήθηκε η ορθή Θεοτόκος με τον Χριστό του 17ου - 18ου αι. και αποκαλύφτηκε έτσι η παράσταση της πρώτης φάσης της αγιογράφησης, (1292), που είναι πάλι η Θεοτόκος ορθή, με τον Χριστό στο στήθος. Ένας γονατιστός γενειοφόρος άντρας είναι, πιθανώς, ο ιδρυτής του ναού. Κάτω από τη νεώτερη επιγραφή αποκαλύφτηκε ωραίο φυτοφόρο κόσμημα. Στην καμάρα διαπιστώθηκε ότι κάτω από τους προφήτες υπάρχει η αρχική παράσταση της Ανάληψης. Στους πλάγιους τοίχους του ιερού είναι η γέννηση, η κλήση των Αποστόλων, η Κοινωνία και μεμονωμένες μορφές Αγίων και Ιεραρχών. Ο διάκοσμος του ναού φαίνεται πως άρχισε από το βόρειο κλίτος. Στην πρόθεση διαπιστώθηκε ότι μια νεανική μορφή σε «μενταγιόν» εικονίζει τον άγιο Δημήτριο με σταυρό. Στον κύλινδρο της κόγχης υπάρχουν ιεράρχες και στους πλάγιους τοίχους στηθάρια αγίων και ολόσωμοι ιεράρχες σε δύο ζώνες. Στο ανατολικό μισό της καμάρας εικονίζονται έντεκα σκηνές από το μαρτύριο του αγίου Δημητρίου (Συναξάρι του Αγίου) που προχωρούν και στον χώρο της πρόθεσης. Η απλότητα που έχουν στη σύνθεσή τους οι σκηνές αυτές θυμίζει μηνολόγια του 12ου αι. Στο δυτικό μισό της καμάρας εικονίζονται, σε δύο σειρές, η θεραπεία του παραλυτικού, του υδρωπικού, του τυφλού και η Σαμαρεάτις· στο δυτικό τύμπανο οι λεπροί· στον κατακόρυφο τοίχο, από πάνω προς τα κάτω, στηθάρια αγίων, μάρτυρες κατά ζεύγη, στρατιωτικοί άγιοι μεγαλύτεροι από το φυσικό, και κάτω συνεχής ποδέα (μίμηση υφάσματος). Στον δυτικό τοίχο του κλίτους, πάνω από το τοξωτό άνοιγμα, αποκαλύφτηκαν οι 40 μάρτυρες. Στο μεσαίο κλίτος, πάνω από την τοξοστοιχία του νότιου τοίχου, εικονίζεται ο κύκλος των εορτών, των παθών και της ανάστασης. Όταν ο μητροπολίτης Ματθαίος άλλαξε την ανωδομία του ναού, αποκεφαλίστηκαν πολλές σκηνές: ο ευαγγελισμός, η γέννηση, η φυγή στην Αίγυπτο, η σφαγή των νηπίων, η υπαπαντή, η βάπτιση, η μεταμόρφωση, η ανάσταση του Λαζάρου, η βαϊφόρος, ο μυστικός δείπνος, η προδοσία του Ιούδα και η σταύρωση στον δυτικό τοίχο. Στο νότιο κλίτος, στο τμήμα της καμάρας που αντιστοιχεί προς το διακονικό, εικονίζεται η μεγαλειώδης σύνθεση της ετοιμασίας του θρόνου, με τον Χριστό ως δέκατο κριτή πάνω από την αψίδα. Στις χαμηλότερες επιφάνειες υπάρχει ένας ωραιότατος άγιος Παντελεήμων, ένας ιεράρχης, πιθανόν ο μητροπολίτης Νικηφόρος, και τέσσερις σκηνές από τα θαύματα των αγίων Αναργύρων, που μπορεί να θεωρηθούν από τις αρχαιότερες της σειράς αυτής. Αξιοσημείωτη είναι εδώ η ικανότητα του καλλιτέχνη της Ετοιμασίας, που κατόρθωσε με καθαρά γραφικά μέσα να δώσει μια έντονη πνοή μυστικισμού στις αγγελικές μορφές. Η σκηνή είναι πράγματι μοναδική. Στην υπόλοιπη καμάρα εικονίζονται σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου: ο ευαγγελισμός Ιωακείμ και Άννης, οι ίδιοι «εν τω ναώ», η γέννηση της Θεοτόκου και τα εισόδια. Στο δυτικό άκρο της καμάρας και στον δυτικό τοίχο «εκτυλίσσονται» τα θαύματα του Χριστού στη Γαλιλαία, σύμφωνα με τη διήγηση των Ευαγγελίων. Μετά τον καθορισμό και την αποκάλυψη δύο ακόμα μορφών, διαπιστώθηκε ότι στον νότιο τοίχο του κλίτους δεν εικονίζονται οι προφήτες, όπως πιστευόταν, αλλά οι δώδεκα απόστολοι: όρθιοι, με ζωηρή κίνηση, που γίνεται πιο έντονη με τις ωχρές γραμμές στα πρόσωπα, με τις εκφραστικές πτυχώσεις των ενδυμάτων με τον αρμονικό συνδυασμό των χρωμάτων και τη ρεαλιστική διάθεση, οι απόστολοι θυμίζουν τη μακεδονική σχολή και μπορούν να θεωρηθούν από τις καλύτερες μορφές που σώζονται στον Μ. Στον νάρθηκα, σε όλη την επιφάνεια της καμάρας και των τοίχων, απλώνεται, μεγαλειώδης στη σύλληψη και θαυμαστή στην εκτέλεση, η Δευτέρα Παρουσία, με επίκεντρο και εδώ την ετοιμασία του θρόνου: η ευγένεια, η λεπτότητα και η χάρη των αγγέλων είναι κλασικά δείγματα του ιδεαλισμού της τέχνης κατά τους παλαιολόγειους χρόνους.
Τουλάχιστον τρεις τεχνοτροπίες μπορεί να αναγνωριστούν στις τοιχογραφίες του Αγίου Δημητρίου. Η πρώτη, σύγχρονη με την ίδρυση του ναού, αρχαιοπρεπής, με επαρχιακή προέλευση, ακολουθεί παλιότερα πρότυπα και δεν μετέχει στην καλλιτεχνική κίνηση της εποχής της. Οι δύο άλλες, που συμβαδίζουν περίπου χρονικά χωρίς να ξεπεράσουν τα πρώτα πενήντα χρόνια του 14ου αι., ακολουθούν τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα και έχουν στενώτερες σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη. Όσο για τους ζωγράφους που εργάστηκαν στη διακόσμηση του ναού, μπορεί να φτάνουν τους δέκα.
Ευαγγελίστρια. Η μικρή αυτή εκκλησία, λίγες δεκάδες μέτρα πέρα από τη Μητρόπολη, στο χώρο του νεκροταφείου του M., ανήκει στον τύπο του δικιόνιου σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού: δηλαδή ο τρούλος στηρίζεται στους δύο πεσσούς - παραστάδες του ιερού και σε δύο κίονες που βρίσκονται απέναντί τους. Απλό στην εμφάνιση αλλά με κομψές αναλογίες κτίριο, μπορεί να χρονολογηθεί στο τέλος του 14ου αι. Από την εκκλησία της Οδηγήτριας - Αφεντικού έχει πάρει τον νάρθηκα με όροφο-γυναικωνίτη. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο γλυπτός διάκοσμος του ναού. Από την ομοιογένεια και την ενότητα που έχει, προκύπτει ότι έγινε για να κοσμήσει τον ναό και αποτελεί δείγμα της γλυπτικής τέχνης στον Μ. Τα θέματα και ο τρόπος της εργασίας με πυκνότητα και χωρίς βάθος, π.χ. στα κυβικά κιονόκρανα, μοιάζουν σαν λαϊκά κεντήματα πάνω σε ύφασμα. Πολύ λίγα μέρη σώζονται από τις τοιχογραφίες. Η διάταξη των σκηνών και των θεμάτων γενικά φαίνεται ότι ακολουθούσε τη διάταξη της Περιβλέπτου. Η τεχνοτροπία ακολουθεί την παλαιολόγεια παράδοση. Η χρονολόγηση ανάγεται στον 15o αι.
Βροντόχι. Μοναστηριακό συγκρότημα, που περιλαμβάνει δυο από τις σημαντικότερες εκκλησίες του M., τους Αγίους Θεοδώρους και την Παναγία Οδηγήτρια ή Αφεντικό. Το «Βροντόχιον», περιτριγυρισμένο με ιδιαίτερο τείχος, ήταν το πλουσιότερο μοναστήρι του M., είχε μεγάλη βιβλιοθήκη και υπήρξε κέντρο ζωηρής πνευματικής κίνησης. Προικισμένο με αυτοκρατορικές δωρεές και με πολλά προνόμια από τους δεσπότες, που θάβονταν εκεί, είχε διοικητική ανεξαρτησία, υπαγόμενο μόνο στον πατριάρχη Κωνσταντινούπολης. Στο γεγονός αυτό αποδίδεται και η ονομασία Αφεντικό – άλλη εκδοχή είναι ότι η ονομασία οφείλεται στο ότι θάφτηκε εκεί ένας Αφέντης - Δεσπότης, ο Θεόδωρος B’ Παλαιολόγος. Και με τις δύο εκκλησίες του Βροντοχίου συνδέεται ο αρχιμανδρίτης Παχώμιος, Μέγας Πρωτοσύγκελλος Πελοποννήσου.
Άγιοι Θεόδωροι. Η ίδρυση του ναού αρχίζει με τον ηγούμενο Δανιήλ (1290 περίπου) και τελειώνει με τον Παχώμιο (1296). Έτσι οι Άγιοι Θεόδωροι είναι, μαζί με τον Άγιο Δημήτριο, από τις παλιότερες εκκλησίες του Μ. Είναι χτισμένοι κατά τον οκταγωνικό τύπο, όπως το Δαφνί, ο Όσιος Λουκάς, η Σωτείρα Λυκοδήμου (ρωσική εκκλησία) στην Αθήνα κ.ά., με τη διαφορά ότι τα δυτικά στηρίγματα του πελώριου τρούλου τα έχουν αντικαταστήσει εδώ δύο κίονες. Τα τέσσερα παρεκκλήσια στις γωνίες του κτιρίου χρησίμευαν ως τάφοι για τα μέλη της οικογένειας των δεσποτών.
Το εξωτερικό της εκκλησίας έχει αρκετή χάρη και ομορφιά, ενώ ο διάκοσμος των επιφανειών και τα διαφορετικά επίπεδα της στέγης δίνουν μια αίσθηση ιδιαίτερης γραφικότητας. Χαρακτηριστική είναι η ανατολική πλευρά με τις τρεις ημιεξάγωνες αψίδες, τις πέντε πλατιές οριζόντιες ζώνες, που χωρίζονται με οδοντωτές σειρές, το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, την πλούσια κεραμοπλαστική διακόσμηση, τις εφυαλωμένες (εμαγιέ) πλάκες, όλα αυτά σε μια αρμονική σχέση μεταξύ τους.
Ο ζωγραφικός διάκοσμος ανήκει στην πρώτη περίοδο της άνθησης της τέχνης του Μ. (μέχρι το 1350). Δυστυχώς δεν σώζονται μεγάλα σύνολα. Με τον καθαρισμό, που έγινε από συνεργεία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας φάνηκαν η Πεντηκοστή, τα Εισόδια της Θεοτόκου, η φυγή της Ελισάβετ, η κοίμηση της Θεοτόκου και μερικοί μεγαλόσωμοι στρατιωτικοί άγιοι. Μορφές ηρωικές, γεμάτες ζωή, με ελευθερία στην κίνηση και ρεαλιστική διάθεση, μαρτυρούν εξάρτηση από την παλιότερη μνημειακή τέχνη. Στο βόρειο παρεκκλήσι διατηρείται η προσωπογραφία του αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγου, γονατιστού μπροστά στη Θεοτόκο· στο νότιο παρεκκλήσι οι Άγιοι Θεόδωροι γονατιστοί μπροστά στην «πηγή της ζωής», τη Θεοτόκο. Ο ζωγραφικός διάκοσμος είναι βέβαια ενιαίος, μπορεί όμως να διακρίνει κανείς διαφορετικές τάσης. Γενικά, ο ζωγράφος ή οι ζωγράφοι έχουν καταφανή την επίδραση της Μακεδόνικης σχολής.
Παναγία Οδηγήτρια - Αφεντικό. Είναι η δεύτερη χρονικά εκκλησία του Βροντοχίου. Είναι φανερό ότι με την ίδρυσή της το 1310 ο αρχιμανδρίτης Παχώμιος θέλησε να δημιουργήσει κάτι σπουδαίο, που να θυμίζει τη Βασιλεύουσα. Ο ναός σωζόταν ακέραιος έως το 1863, οπότε αφαίρεσαν τους κίονες για να τους μεταφέρουν στη Μητρόπολη. Έτσι, κατάρρευσαν οι τέσσερις κεραίες της στέγης, ο τρούλος και τα σφαιρικά τρίγωνα στη βάση του τυμπάνου και του τρούλου. Η αναστήλωση και η αποκατάσταση του μνημείου στην αρχική του μορφή άρχισε το 1934. Από τη Μητρόπολη μεταφέρθηκε ένας κίονας και σύμφωνα με αυτόν ανακατασκευάστηκαν και οι άλλοι πέντε. Από τα κιονόκρανα, που ήταν από τα κομψότερα του M., σώθηκε το πρώτο της νότιας κιονοστοιχίας και σύμφωνα μ’ αυτό έγιναν και τα υπόλοιπα, αλλά χωρίς γλυπτό διάκοσμο, για να φαίνονται ότι είναι σύγχρονα. Μάρμαρα από τα Δολιανά, πωρόλιθοι από την Τρύπη, ειδικοί oπτόπλινθοι, πήλινες πλάκες και άλλα διαλεγμένα υλικά χρησιμοποιήθηκαν με γούστο και μαεστρία, για να ξαναδώσουν στην εκκλησία την επιβλητικότητα και την κωνσταντινουπολίτικη χάρη της. Συγχρόνως αναστηλώθηκε στη νοτιοδυτική γωνία ο καθαρά βυζαντινού τύπου πύργος του καμπαναριού, αποχωματώθηκαν ο ναός και η διώροφη τράπεζα, στεγανοποιήθηκαν τα κτίρια κλπ.
Το Αφεντικό είναι η πρώτη εκκλησία του M., που χτίστηκε στον σύνθετο τύπο, δηλαδή κάτω τρίκλιτη βασιλική και πάνω τετρακιόνιος σταυροειδής με πέντε τρούλους και έναν στον νάρθηκα (στον ίδιο τύπο θα χτιστεί αργότερα η Παντάνασσα και τον τύπο αυτόν θα μιμηθεί στα μέσα του 15ου αι. ο μητροπολίτης Ματθαίος, όπως αναφέρθηκε πριν, για να κατασκευάσει τη Μητρόπολη). Τον ναό περιβάλλουν στοές και παρεκκλήσια, σύμφωνα με τα πρότυπα της Κωνσταντινούπολης. Στο εσωτερικό υπήρχε αρχικά ένας θαυμάσιος συνδυασμός ορθομαρμάρωσης κάτω από τα τόξα και τοιχογραφιών, συνδυασμός πρωτότυπος, που οφείλεται σε οικονομικούς λόγους. Στην κορυφή της ορθομαρμάρωσης έτρεχε ένας κοσμήτης, λοξότμητος, στολισμένος με εναλλασσόμενα ανθέμια· η ορθομαρμάρωση ακολουθούσε τον κλασικό τύπο, χωριζόταν δηλαδή σε τρεις ζώνες καθ’ ύψος, ενώ κατάλληλα συνδυαζόμενα χρώματα, λευκό, μαύρο, βυσσινί, κυανό κ.ά., της έδιναν θαυμάσια εμφάνιση.
Εκείνο όμως που δίνει ιδιαίτερη σημασία στο Αφεντικό είναι ο ζωγραφικός του διάκοσμος, όπως παρουσιάζεται τώρα, μετά τις εργασίες συντήρησης που άρχισαν το 1969: μεγάλα τοιχογραφικά σύνολα, σκεπασμένα πριν με καπνιά ή κρυσταλλικά άλατα (στο νότιο παρεκκλήσι π.χ. τα άλατα κάλυπταν το 80% των επιφανειών), ήρθαν τώρα στο φως, ενώ σε άλλα μέρη, οι δυσδιάκριτες προηγούμενα τοιχογραφίες ξαναβρήκαν τη λαμπρότητα τους. Στον ζωγραφικό διάκοσμο του Αφεντικού, ο οποίος έγινε γύρω στο 1320, μπορούν να ξεχωρίσουν τρεις διαφορετικές τάσεις, τρεις τεχνοτροπίες, που εφαρμόστηκαν κατά την πρώτη περίοδο της τέχνης του Μ. (έως το 1350 περίπου), και τρεις έως τέσσερις ζωγράφοι, οι οποίοι προφανώς είχαν έρθει από την Κωνσταντινούπολη και εργάστηκαν συγχρόνως στον ναό, στον νάρθηκα και στα παρεκκλήσια. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι οι ζωγράφοι έδωσαν μεγάλη προσοχή στα χρώματα, τα οποία είναι λίγα, απλά και φωτεινά, έχουν χρησιμοποιηθεί όμως με τρόπο που να δίνουν μια έντονη έκφραση στις τοιχογραφίες και να τις κάνουν να θυμίζουν ψηφιδωτά.
Οι σημαντικότερες σκηνές είναι οι ακόλουθες. Στο τεταρτοσφαίριο της κεντρικής αψίδας του ιερού η Πλατυτέρα «σεβιζομένη υπό δύο αγγέλων»· η θεία κοινωνία με τις ψηλές και λυγερές μορφές των αποστόλων να βαδίζουν με ρυθμική κίνηση· χαμηλότερα ολόσωμοι ιεράρχες, σε διπλή σειρά, με κομψή εμφάνιση, σε τελετουργική στάση· ψηλά στην κάμαρα, που σκεπάζει το κεντρικό ιερό, η παράσταση της ανάληψης με τους ανήσυχους αποστόλους ανήκει στην ίδια ζωγραφική τεχνοτροπία με τη γέννηση, τη θεία κοινωνία και τους ιεράρχες. Στην κάμαρα του διακονικού, εικονίζεται η εντυπωσιακή σύνθεση της ετοιμασίας του θρόνου: οι λευκές μορφές των γονατιστών αγγέλων με τις πολύχρωμες φτερούγες και οι χρωματικές διαβαθμίσεις στον γαλανό ουρανό μαρτυρούν τη σοφία και την καλλιτεχνική ικανότητα του ζωγράφου. Στις καμάρες και στους κατακόρυφους τοίχους των τριών κλιτών εικονίζονται ευαγγελικές σκηνές, το δωδεκάορτο, άγιοι κατά ζεύγη, μάρτυρες, προφήτες κ.ά. Στον γυναικωνίτη κυριαρχούν οι εβδομήντα απόστολοι, πλούσια και τολμηρή δημιουργία με ζωηρή κίνηση και πτυχολογία στα ενδύματα που θυμίζει αρχαία κλασική τέχνη. Στον νάρθηκα η Δευτέρα Παρουσία, που εικονίζεται αναλυτικά, μαρτυρεί δύναμη στη σύνθεση και πολύ προσεγμένη εκτέλεση, με τη ρυθμική κίνηση και τις γραφικές και διδακτικές λεπτομέρειες των κολασμένων· τα θαύματα του Χριστού και οι άλλες ευαγγελικές σκηνές: Ο Ιησούς δωδεκαετής στο ναό, η Σαμαρείτις, ο γάμος στην Κανά, η θεραπεία του υδρωπικού, του παράλυτου, του τυφλού, της πενθεράς του Πέτρου κ.ά. έχουν μεγάλη ποικιλία στις κινήσεις, κομψότητα στις στάσεις, απαλή διαβάθμιση στα χρώματα και έντονη έκφραση στα πρόσωπα· στο τύμπανο της μεσαίας θύρας η Θεοτόκος-Ζωοδόχος Πηγή, ανάμεσα στις μορφές των Θεοπατέρων και ενός μικρού αγγέλου, έχει τον Χριστό μπρος στο στήθος και υψώνει τα δυο της χέρια σε στάση δέησης.
Ιδιαίτερα σημαντική θέση στη ζωγραφική του Αφεντικού και γενικότερα του Μ. κατέχουν τα τέσσερα παρεκκλήσια. Στο νότιο, όπου βρίσκονται και οι τάφοι των Αρχόντων, κυριαρχούν βέβαια οι σκηνές με νεκρικό χαρακτήρα, όπως η βρεφοκτονία (ήταν η μόνη που φαινόταν προ του καθαρισμού), μια σειρά από την κοίμηση και την ταφή της Θεοτόκου με πολλές λεπτομέρειες και λαογραφικό ενδιαφέρον, οι προσωπογραφίες των νεκρών πάνω από τους τάφους κ.ά., υπάρχουν όμως και σκηνές από τον εικονογραφικό κύκλο της νηπιακής ζωής του Χριστού, όπως η γέννηση, η προσκύνηση των μάγων κ.ά.· οι τοιχογραφίες του παρεκκλησίου αυτού, του νότιου, μπορεί να χρονολογηθούν γύρω στο 1366 και ανήκουν στη δεύτερη περίοδο της τέχνης του Μ. Στο νοτιανατολικό παρεκκλήσι, συνέχεια του προηγούμενου, που το ζωγράφισε, σύμφωνα με επιγραφή, ο ηγούμενος και πρωτοσύγκελλος Κυπριανός, σώζονται σκηνές από τη ζωή του Χριστού και μορφές ιεραρχών· σημειώνεται ιδιαίτερα η γνωστή σκηνή του επίσκοπου Ευχαΐτων Ιωάννη με τους τρεις ιεράρχες. Το σκοτεινό παρεκκλήσι, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία της εκκλησίας, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί στις επιφάνειες των τεσσάρων τοίχων του έχουν γραφεί τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα με τα προνόμια που είχαν δοθεί στο «Βροντόχιον», τα στοιχεία της τεράστιας περιουσίας του κ.ά.· το παλιότερο από τα διατάγματα αυτά είναι του 1312 και βρίσκεται στον ανατολικό τοίχο, ενώ το νεώτερο, του 1322, είναι στον βόρειο τοίχο, πιθανόν όμως να είναι γραμμένο πάνω σε άλλο· στην οροφή του παρεκκλησίου κυριαρχούν οι μορφές των τεσσάρων αγγέλων, που πετούν και κρατούν τη στρογγυλή δόξα του Χριστού: οι ανοιχτές φτερούγες, που διασταυρώνονται, δημιουργούν ένα εξαιρετικά διακοσμητικό παιχνίδι, οι μορφές έχουν ένα σφιχτό πλάσιμο, οι σκιές δίνονται με πρασινωπό χρώμα, ενώ μικρά φωτάκια λάμπουν πάνω στα σκούρα πρόσωπα. Στο τέταρτο παρεκκλήσι, στη βορειοδυτική γωνία, υπάρχουν οι τάφοι δύο σπουδαίων προσώπων του δεσποτάτου, του Θεόδωρου B’ Παλαιολόγου και του Παχωμίου· ο δεσπότης Θεόδωρος, ο οποίος λίγο πριν από τον θάνατό του (1443) έγινε μοναχός με το όνομα Θεοδώρητος, εικονίζεται δύο φορές στον τοίχο πάνω από τον τάφο του: αριστερά με τη μεγαλοπρεπή στολή του δεσπότη και δεξιά με το καλογερικό ράσο· η μορφή του δεσπότη μάς δίνει ένα ωραίο δείγμα του είδους της προσωπογραφίας, όπως είχε καλλιεργηθεί στον Μ.· ο Παχώμιος εικονίζεται στον δυτικό τοίχο γονατιστός να προσφέρει το ομοίωμα της εκκλησίας στην ορθή Θεοτόκο· η πομπή των μαρτύρων, που εικονίζεται πιο ψηλά, με τον θαυμάσιο συνδυασμό χρωμάτων, θεωρείται από τα χαρακτηριστικότερα έργα της αναγέννησης των Παλαιολόγων· η Θεοτόκος με τον πανύψηλο Παύλο και τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, μαζί με τον Παντοκράτορα στον θόλο, αποτελούν μια επιβλητική και εντυπωσιακή σύνθεση.
Αγία Σοφία. Κτίσμα (1350) του Μανουήλ Καντακουζηνού, πρώτου δεσπότη του Μ. (σώζεται το μονόγραμμά του στο νοτιοδυτικό κιονόκρανο και στα επίκρανα των δυτικών παραστάδων). Βρίσκεται στην περιοχή των Παλατιών. Είναι ναός σταυροειδής με τρούλο του δικιονίου τύπου, με νάρθηκα, παρεκκλήσια, στοά στη βορεινή πλευρά, τριώροφο καμπαναριό στη βορειοδυτική γωνία, τράπεζα κ.ά., και υπήρξε το καθολικό της μονής του Ζωοδότου. Εδώ κατά την παράδοση έχουν ταφεί η Θεοδώρα Τόκκου, σύζυγος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου (1429) και η Κλεόπα Μαλατέστα, σύζυγος του δεσπότη Θεόδωρου Παλαιολόγου (1433).
Ο ναός έχει ανακτήσει αρκετή από την αρχική του εμφάνιση μετά τις αναστηλωτικές εργασίες. Ο ζωγραφικός διάκοσμος (καθαρίστηκε το 1952) ανήκει στη δεύτερη περίοδο της τέχνης του Μ. (1350-1460), που άρχισε με την ίδρυση του δεσποτάτου. Στην κόγχη του ιερού εικονίζεται ο Χριστός ένθρονος, με διάχυτη τη γλυκύτητα στο πρόσωπό του, ενώ με το αριστερό χέρι κρατά κλειστό ευαγγέλιο και με το δεξί ευλογεί. Στην καμάρα του ιερού εικονίζεται η ανάληψη. Στο βορειοδυτικό παρεκκλήσι σώζεται όλη σχεδόν η εικονογράφηση: στον χαμηλό θόλο ο Χριστός Παντοκράτωρ, περιστοιχισμένος από αποστόλους και προφήτες, στους τέσσερις τοίχους η σταύρωση, η κοίμηση της Θεοτόκου, η κάθοδος στον Άδη (ανάσταση), οι μυροφόρες μπροστά στον τάφο του Χριστού, ο ευαγγελισμός της Θεοτόκου και στη μικρή κόγχη της πρόθεσης η «Άκρα Ταπείνωσις». Οι τοιχογραφίες αυτές έχουν έντονη την επίδραση της Μακεδονικής σχολής. Στο νοτιοανατολικό παρεκκλήσι εικονίζονται: στον χαμηλό τρούλο η θεία λειτουργία με τη Θεοτόκο στο κέντρο και σε στάση δέησης· στον βόρειο τοίχο, σε μπλε σκούρο κάμπο, ο Χριστός ολόσωμος, και στον δυτικό η γέννηση της Θεοτόκου και μια πλατιά σύνθεση με τις γυναίκες που έχουν έρθει να προσφέρουν τα δώρα τους ντυμένες σαν τις δέσποινες του Μιστρά. Οι τοιχογραφίες αυτές θα πρέπει να έχουν γίνει μετά το 1350.
Περίβλεπτος. Μικρό μοναστήρι κοντά στη νοτιοανατολική γωνία του εξωτερικού τείχους, αφιερωμένο στην «Παναγία Περίβλεπτον» (το όνομα αυτό το πήρε από μια φημισμένη εκκλησιά της Κωνσταντινούπολης, χτισμένη στα χρόνια της αυτοκράτειρας Ζωής). Εκτός από τον ναό σώζονται: δύο παρεκκλήσια στην ανατολική πλευρά, το ένα, με τρούλο, αφιερωμένο στον άγιο Παντελεήμονα, και το άλλο στην αγία Παρασκευή· ένα τρίτο στη δυτική πλευρά, χτισμένο μέσα στον βράχο, με μεγάλη κόγχη ιερού, αφιερωμένο στην αγία Αικατερίνη· ένας πλάγιος νάρθηκας στη νότια πλευρά, που έχει αντικαταστήσει μια ελαφρά στοά, η οποία θα είχε χτιστεί από τον Λέοντα Μαυρόπαππα, όπως μας λέει το μονόγραμμά του, χαραγμένο σε πλάκα πάνω από τη θύρα του νάρθηκα· η τράπεζα της μονής σε μορφή πύργου. Οι κτήτορες της μονής μάς είναι άγνωστοι. Οι προσωπογραφίες τους πρέπει να είναι οι μορφές που βρίσκονται ζωγραφισμένες - μόλις διακρίνονται - στον δυτικό τοίχο να προσφέρουν την εκκλησία στη Θεοτόκο. Η ίδρυση πάντως της μονής θα πρέπει να τοποθετηθεί στα μέσα του 14ου αι.
Η εκκλησία ανήκει στον σταυροειδή δικιόνιο τύπο με τρούλο και έχει μεγάλη ομοιότητα με την Ευαγγελίστρια και την Αγία Σοφία. Το εξωτερικό της έχει ευχάριστη εμφάνιση και δημιουργεί τέλεια εντύπωση με τις κομψές αναλογίες - παρά τις μερικές ασυμμετρίες, που οφείλονται στην άβολη θέση της - την επιμελημένη τοιχοδομία, την απλότητα στις γραμμές, το πλινθοπερίκλειστο σύστημα με τους καλοπελεκημένους λίθους, τις οδοντωτές ταινίες κ.ά., που θυμίζουν κλασικό βυζαντινό κτίσμα του 11ου ή 12ου αι.
Μεγάλη σημασία έχει ο ζωγραφικός διάκοσμος της Περιβλέπτου - ο οποίος ανήκει στη δεύτερη περίοδο τέχνης του Μ., μετά την ίδρυση δηλαδή του δεσποτάτου - γιατί μας βοηθάει να γνωρίσουμε ποιος ήταν ο εικονογραφικός κύκλος μιας εκκλησίας κατά την εποχή των Παλαιολόγων. Η διάταξη των θεμάτων ακολουθεί το πρότυπο των Αγίων Θεοδώρων.
Στον τρούλο (είναι ο μόνος τρούλος του Μ. που έχει διατηρήσει ακέραιο τον ζωγραφικό του διάκοσμο) εικονίζεται ο Παντοκράτωρ περιστοιχισμένος από προφήτες και χερουβείμ, η Θεοτόκος με δύο αγγέλους και η ετοιμασία του θρόνου· ανάμεσα τους δημιουργούν μια διακοσμητική και αρμονική σύνθεση. Στις άλλες επιφάνειες του ναού απλώνονται σκηνές από τους τρεις εικονογραφικούς κύκλους: τον ευχαριστηριακό, τον ευαγγελικό και τον αφηγηματικό: στις κεραίες
του σταυρού το δωδεκάορτο συμπληρωμένο με πολλά δευτερεύοντα επεισόδια, στις ψηλές επιφάνειες των τοίχων και στις καμάρες σκηνές από τα πάθη του Χριστού και τη ζωή της Παναγίας, σε μια στενή ζώνη χαμηλότερα οι 24 οίκοι του Ακάθιστου και στις κάτω επιφάνειες των τοίχων όρθιοι στρατιωτικοί άγιοι. Ευχαριστηριακές και συμβολικές σκηνές έχουν προστεθεί στο ιερό, όπου κάτω από την Πλατυτέρα εικονίζεται η θεία κοινωνία με το «Λάβετε φάγετε» αριστερά και το «Πίετε εξ αυτού άπαντες» δεξιά, και πιο κάτω ο «Αμνός» μεταξύ δύο αγγέλων με «ριπίδια», ιεραρχών κλπ. Η παράσταση όμως που πραγματικά εντυπωσιάζει είναι η Ουράνια ή Αγγελική Λειτουργία, ψηλά στον βόρειο τοίχο της πρόθεσης: οι άγγελοι, σαν διάκονοι, σχηματίζουν την ευχαριστηριακή λιτανεία-πομπή, φέροντας τα Τίμια Δώρα στον Χριστό, τον Μέγα Αρχιερέα, που εικονίζεται στο μέσον. Είναι η στιγμή της Μεγάλης Εισόδου. Οι άγγελοι, ανάεροι σαν ουράνιες οπτασίες, έχουν λεπτότητα στο σχέδιο και θαυμάσια τελειότητα στο χρώμα. Τα ωραία καστανόχρωμα κεφάλια έρχονται σε αντίθεση με τη φωτεινή λαμπρότητα των ενδυμάτων, τα οποία είναι σχεδόν διαφανή. Ιδιαίτερα, αξιοθαύμαστη είναι η ρυθμική κίνηση των προσώπων, που επιτυγχάνεται με ομοιόμορφες καμπύλες. Δίκαια η σύνθεση αυτή θεωρείται από τα αριστουργήματα της θρησκευτικής τέχνης.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η πλουσιότατη και με πολλές λεπτομέρειες ιστόρηση του βίου της Παναγίας και μάλιστα της παιδικής ηλικίας. Η ιστόρηση αυτή, που ακολουθεί τα απόκρυφα Ευαγγέλια και κυρίως το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου, παρουσιάζει γρήγορη εκτέλεση, δροσιά και χάρη. Από τις άλλες σκηνές αξιοσημείωτες είναι: ο μυστικός δείπνος στη δυτική καμάρα, που τοποθετεί, σύμφωνα με τα παλιά κλασικά πρότυπα, τον Χριστό στο αριστερό άκρο της ημικυκλικής τράπεζας και τους μαθητές καθισμένους γύρω από αυτήν, ώστε όλοι να φαίνονται κατά πρόσωπο· η αποκαθήλωση, στον νότιο τοίχο, όπου όλη η τραγικότητα της σκηνής δίνεται με τη βαθιά συγκίνηση του Ιωσήφ και της Μαρίας καθώς δέχονται το σώμα του Χριστού· ο θρήνος, όπου η ομάδα των τριών γυναικών εκδηλώνει εντυπωσιακά τη θλίψη και τον πόνο της· η γραφική σκηνή της βάπτισης, στη νότια κεραία, όπου εκτός από τα κύρια πρόσωπα, τον Χριστό και τον Πρόδρομο, εικονίζονται οι προσωποποιήσεις του Ιορδάνη και της θάλασσας και άλλες μορφές σε μικρή κλίμακα που κολυμπούν με τα ψάρια κ.ά. Οι τοιχογραφίες της Περιβλέπτου, που χρονικά τοποθετούνται στο διάστημα 1350-1380, δεν έχουν τον ρεαλισμό των τοιχογραφιών της Μητρόπολης ούτε την ελευθερία του Βροντοχίου. Με τη χάρη όμως της εκτέλεσης, τον ιδεαλισμό και τη βαθιά θρησκευτικότητα που τις εμψυχώνει, θυμίζουν τα ψηφιδωτά της Μονής της Χώρας (Καχριέ τζαμί) της Κωνσταντινούπολης και μπορούν να θεωρηθούν ως προάγγελοι της Κρητικής σχολής, της οποίας η μεγάλη άνθηση θα πραγματοποιηθεί τον 16o αιώνα.
Παντάνασσα. Είναι το τελευταίο χρονικά (1428) κτίσμα του δεσποτάτου και η εκκλησία με την πιο πολύπλοκη εμφάνιση στο Μ. Αυτό συμβαίνει γιατί ο ιδρυτής της Ιωάννης Φραγκόπουλος, Καθολικός Μεσάζων και Πρωτοστράτωρ (πρωθυπουργός), πήρε αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στοιχεία και από τα γνωστά και χρησιμοποιούμενα στον Μ. και από την Κωνσταντινούπολη αλλά και επιδράσεις της δυτικής, ακόμα και της ισλαμικής τέχνης. Εύκολα διαπιστώνει κανείς τα διάφορα αυτά στοιχεία αν, παρατηρώντας την εξωτερική εμφάνιση του ναού, εξετάσει την ανατολική του πλευρά με τις τρεις πολύπλευρες κόγχες του ιερού και τον διάκοσμό τους σε τρεις ζώνες, τον ωραίο τετραώροφο πύργο του κωδωνοστασίου, του οποίου το ισόγειο είναι παρεκκλήσι, τους πέντε τρούλους του κυρίως ναού, τις στοές, οι οποίες είναι βέβαια συνηθισμένες στον M., έχουν έρθει όμως από την Κωνσταντινούπολη κ.ά. Σημειώνεται ότι η βόρεια στοά, που έχει κι αυτή έναν τρούλο και βλέπει στην ωραία κοιλάδα του Ευρώτα, είναι η μόνη στον Μ. που διατηρείται ακέραια μέχρι σήμερα. Το κτίσμα αυτό του Ιωάννη Φραγκόπουλου, του οποίου το συμπίλημα-μονόγραμμα σώζεται ακόμα σ’ ένα από τα κιονόκρανα της νότιας τοξοστοιχίας και στα παράθυρα του δυτικού τοίχου, αντικατοπτρίζει την ύστατη προσπάθεια της βυζαντινής τέχνης για μια νέα συνθετική δημιουργία. Στο εσωτερικό έχει μιμηθεί τον ρυθμό του Αφεντικού: στο ισόγειο δηλαδή είναι τρίκλιτη βασιλική με τοξοστοιχίες και στον όροφο σταυροειδής εγγεγραμμένος με πέντε τρούλους.
Ο ζωγραφικός διάκοσμος διακρίνεται σαφώς σε δύο περιόδους: στην πρώτη, σύγχρονη με την ίδρυση του ναού, ανήκουν οι τοιχογραφίες των άνω επιφανειών και των υπερώων· στη δεύτερη, τέλος 17ου αρχές 18ου αι., ανήκουν οι τοιχογραφίες των κάτω επιφανειών των τοίχων με τους 24 οίκους του Ακάθιστου Ύμνου και του νάρθηκα με τις σκηνές των μαρτυρίων των αγίων. Βέβαια ο ζωγραφικός διάκοσμος της Παντάνασσας δεν παρουσιάζει μεγάλη ενότητα, γιατί έχει επηρεαστεί από το Αφεντικό και από την Περίβλεπτο κι ακόμα γιατί έχει εκτελεστεί από δύο ζωγράφους· θεωρείται όμως ως το τελευταίο αντιπροσωπευτικό έργο της βυζαντινής τέχνης, το οποίο δείχνει ότι το Βυζάντιο, στα λίγα τελευταία χρόνια της ζωής του, διατηρούσε ακόμα τη δύναμη να αφομοιώνει καλλιτεχνικά στοιχεία και να παράγει καινούρια έργα. Εντύπωση προξενεί η εξαιρετικά πλούσια κλίμακα των χρωμάτων, οι πολυπρόσωπες συνθέσεις, το αρχιτεκτονικό τοπίο, τα πολύπλοκα κτίρια που γεμίζουν συχνά το βάθος των σκηνών, οι φυσικές αναλογίες των ανθρώπινων μορφών μέσα στο περιβάλλον κλπ.
Ο εικονογραφικός κύκλος που ακολουθείται εδώ είναι ο κύκλος της παλαιολόγειας εποχής: στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης του ιερού η Πλατυτέρα «σεβιζομένη» από δύο αγγέλους και ακριβώς από κάτω οι ολόσωμες μορφές του Ιωακείμ και της Άννας σε στάση δέησης· στις κεραίες του σταυρού της στέγης οι μεγάλες γιορτές (δωδεκάορτο), στους μικρούς τρούλους κι ανάμεσα στα παράθυρα πατριάρχες και προφήτες και στους τοίχους οι εβδομήντα απόστολοι. Μερικές σκηνές έχουν ιδιαίτερη χάρη, όπως ο Ευαγγελισμός, όπου ο ορμητικός άγγελος βρίσκει την Παναγία μέσα σε κήπο, με ρόδινο περιβάλλον, δίπλα σε μια κρήνη από την οποία πίνουν νερό πέρδικες. Σημειώνεται η προσωπογραφία του Άρχοντα Μανουήλ Λάσκαρη Χατζίκη, ζωγραφισμένη πάνω από τον τάφο του (πέθανε το 1445), στη νότια πλευρά του νάρθηκα, με τα ενδύματα της εποχής των Παλαιολόγων και με τα μαλλιά του όμοια με του αυτοκράτορα Ιωάννη H’ Παλαιολόγου όπως ακονίζεται σε σύγχρονα έργα ζωγραφικής.
Άλλες εκκλησίες - παρεκκλήσια. Εκτός από τις επτά μεγάλες εκκλησίες που αναφέρθηκαν έως τώρα, υπάρχουν ακόμα περίπου είκοσι, εγκατεσπαρμένες σε ολόκληρη την περιοχή του ερειπιώνα του Μ. Άλλες διατηρούνται ακέραιες, άλλες είναι μικρά παρεκκλήσια, άλλες είναι ερειπωμένες και για άλλες είναι γνωστή μόνο η θέση τους. Οι σπουδαιότερες από τις εκκλησίες αυτές είναι: ο Άγιος Γεώργιος, μικρή αναστηλωμένη (1953) κοντά στην Περίβλεπτο, με ωραίο κεραμοπλαστικό διάκοσμο στο νότιο υπόστεγο· ο Άγιος Χριστόφορος, αναστηλωμένη επίσης (1954) κοντά στη Μαρμάρα, με λίγες αλλά ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες του τέλους του 14ου αι.· ο Άι-Γιαννάκης, επίσης κοντά στη Μαρμάρα, που μπορεί να χρονολογηθεί στις αρχές του 15ου αι., με λίγες τοιχογραφίες· οι Ταξιάρχες, μεταξύ Παντάνασσας και Περιβλέπτου· η Αγία Άννα, κάτω από την Παντάνασσα, με το θέμα του μαιάνδρου σε κεραμοπλαστικό διάκοσμο· ο Άγιος Νικόλαος, στην Άνω Πόλη, μεγάλη εκκλησία του 17ου αι., στον γνωστό σύνθετο τύπο του M., δηλαδή κάτω βασιλική και επάνω σταυροειδής με τρούλο, με λείψανα τοιχογραφιών, έργο λαϊκής τέχνης του 17ου - 18ου αι.· η Αγία Παρασκευή, κοντά στον Άγιο Νικόλαο, από την οποία σώζεται μόνο ένας τοίχος με πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Μεταξύ της Αγίας Σοφίας και των παλατιών βρίσκεται μία εκκλησία χωρίς στέγη, που αποκαλύφτηκε το 1952 και διατηρεί πολύ ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες.
Παλάτια, αρχοντικά, σπίτια. Από την Κάτω Πόλη η Πόρτα της Μονεμβασιάς οδηγεί στην πλατεία της Άνω Πόλης, όπου υψώνονταν κάποτε τα μεγαλοπρεπή παλάτια των δεσποτών και τα αρχοντικά των αξιωματούχων του Μ. Τα ερείπιά τους προκαλούν και σήμερα τον θαυμασμό. Είναι ένα επιβλητικό συγκρότημα με μνημειακό ύψος, τοποθετημένο σ’ ένα βραχώδες έξαρμα, ώστε να δεσπόζει σε όλη την πόλη. Μπροστά απλώνεται η ευρύχωρη πλατεία όπου γίνονταν οι επίσημες τελετές και οι δημόσιες συγκεντρώσεις και αργότερα, επί τουρκοκρατίας, η αγορά, το παζάρι· γι’ αυτό και την έλεγαν «φόρο» (από το λατινικό forum). Στη βορειοδυτική άκρη της πλατείας σώζεται η κρήνη των Καντακουζηνών και ο πλάτανος.
Τα παλάτια αποτελούνται από πολλά κτίρια διάφορων εποχών, τοποθετημένα σε σχήμα ορθής γωνίας περίπου. Μπορούν να καθοριστούν ως εξής: κτίριο Α: της πρώτης περιόδου (1250 - 1350), είναι το πρώτο από τα δεξιά κτίριο με οξυκόρυφα γοτθικά παράθυρα και με μικρό, αναστηλωμένο, εξώστη, επηρεασμένο από τη δυτική αρχιτεκτονική· λέγεται ανάκτορο των Καντακουζηνών, πιθανόν όμως να χτίστηκε από τους πρώτους Φράγκους κυριάρχους του Μ. Κτίριο B: είναι σύγχρονο περίπου με το προηγούμενο, γιατί έχει την ίδια επιμελημένη τοιχοποιία και τις θολωτές κατασκευές. Κτίριο Γ: της δεύτερης περιόδου (1350 - 1400), ψηλό, τετραώροφο, συνένωσε τα κτίρια Α και Β. Κτίριο Δ: της δεύτερης περιόδου κι αυτό, είναι το σημαντικότερο διώροφο κτίριο του Μ. και χρησίμευε για κατοικία των δεσποτών. Κτίριο E: της τρίτης περιόδου (1400 - 1460), είναι το παλάτι των Παλαιολόγων. Χτισμένο σε ενιαίο σχέδιο, είναι το τελευταίο κτίριο των παλατιών και καταλαμβάνει όλη τη νότια πτέρυγα. Αποτελεί ένα μεγάλο ορθογώνιο παραλληλόγραμμο οικοδόμημα, μήκους 38 μ. και πλάτους 12 μ., με ημιυπόγειο και δύο ορόφους και διώροφη στοά μπροστά. Η πρόσοψή του μοιάζει με το παλάτι του Πορφυρογέννητου στην Κωνσταντινούπολη και με τα ανάκτορα της πρώιμης Αναγέννησης στην Ιταλία. Στα οχτώ διαμερίσματα του πρώτου ορόφου ήταν εγκατεστημένες οι κρατικές υπηρεσίες. Ολόκληρος ο δεύτερος όροφος ήταν μια μεγάλη αίθουσα, η αίθουσα του θρόνου, ο «χρυσοτρίκλινος» των Βυζαντινών. Στην ανατολική της πλευρά έχει μια σειρά παράθυρα και δεύτερη σειρά κυκλικά ανοίγματα. Κτίριο Z: συνεχόμενο προς το προηγούμενο αλλά μεταγενέστερό του, αποτελεί, πιθανόν, μετασκευή του κτιρίου της τρίτης περιόδου.
Τα αρχοντικά των αξιωματούχων, οι κατοικίες των πλουσίων, αλλά και τα κοινά σπίτια στον Μ. είχαν συνήθως δύο ή τρία πατώματα, αν υπολογιστεί και το ισόγειο. Τα περισσότερα από τα κτίρια αυτά έχουν διατηρήσει το αρχικό τους σχέδιο και την εξωτερική τους εμφάνιση και καθώς δεν έχουν υποστεί ανακατασκευή ή αναστήλωση μας βοηθούν να διαμορφώσουμε σαφή ιδέα περί της κοσμικής αρχιτεκτονικής κατά την περίοδο 1300 - 1770· ακόμα, μας προσφέρουν πολύτιμα στοιχεία για τα υλικά δόμησης, τον τρόπο χρησιμοποίησής τους κλπ. Τα σπίτια, μεμονωμένα συνήθως μέσα σε μια αυλή ή και κολλητά με άλλα, έχουν σχέδιο επίμηκες ορθογώνιο παραλληλόγραμμο στην κάτοψη, ισόγειο με καμάρα ή θόλους που χρησιμοποιούνταν για στάβλος ή αποθήκη, και ελαφρό όροφο με μια μόνο μεγάλη αίθουσα, τον τρίκλινο, με κεραμωτή ξύλινη δίριχτη στέγη· η πρόσοψη, πάντα με τον «ηλιακόν» (εξώστη) βλέπει προς την κοιλάδα του Ευρώτα. Τα παλιότερα και πλουσιότερα σπίτια είχαν και τετράγωνο πύργο, ακόμα και μικρότερο πρόσκτισμα για υπνοδωμάτιο (το κουβούκλιο) ή μαγειρείο. Τα σπουδαιότερα και καλύτερα σωζόμενα σπίτια στον Μ. είναι το λεγόμενο μικρό παλάτι, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου (το αρχικό κτίριο είναι του 1300), το σπίτι του Φραγκόπουλου κοντά στην Περίβλεπτο (αρχές 15ου αι.) και το σπίτι του Λάσκαρη στη συνοικία της Μαρμάρας.
Γενική άποψη με το κάστρο του Βιλεαρδουίνου στην κορυφή, αρχικό πυρήνα, γύρω από τον οποίο δημιουργήθηκε σιγά-σιγά «η Θεοφρούρητος χώρα του Μυζηθρά».
Προοπτική αναπαράσταση, κατά τον Α. Ορλάνδο, ενός σημαντικού κτιρίου του Μιστρά, που χρησίμευε ως κατοικία των δεσποτών.
Η Παντάνασσα, η νεότερη εκκλησία του Μιστρά.
Μια άλλη άποψη της πρωτεύουσας του δεσποτάτου του Μωρέως από το κάστρο.
Τα ερειπωμένα παλάτια των δεσποτών και τα αρχοντικά των αξιωματούχων του Μιστρά, επιβλητικό μνημειακό συγκρότημα στην Πάνω Πόλη.
Η εκκλησία της Μητρόπολης - Αγίου Δημητρίου στον Μιστρά? διακρίνονται η κατοικία του μητροπολίτη Λακεδαιμονίας Ματθαίου, που την εξωράισε στον 15ο αι., και ο πύργος με το κωδωνοστάσιο (δεξιά). Η εκκλησία είναι κτίσμα του επισκόπου Νικηφόρου Μοσχόπουλου του 1292.
Άποψη της νεκρής σήμερα βυζαντινής πολιτείας.
Η κάτοψη της Μητρόπολης - Αγίου Δημητρίου στον Μιστρά, που χρονολογείται στα τέλη του 13ου αι., αρχικά δεν είχε τη σημερινή εμφάνιση? τη σημερινή της μορφή οφείλει στον μητροπολίτη Λακεδαιμονίας Ματθαίο, που την εξωράισε στον 15o αι.
Η Αγία Παρασκευή, τοιχογραφία στον Άγιο Δημήτριο του Μιστρά. Η αγία εικονίζεται με τη χαρακτηριστική θέση της παλάμης και το σταυρό του μαρτυρίου.
Η μικρή εκκλησία της Ευαγγελίστριας, που χρονολογείται περίπου στα τέλη του 14ου αι., παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το γλυπτό διάκοσμό της, δείγμα της τέχνης του Μιστρά.
Σχηματική παράσταση της κατά μήκος τομής (πάνω) και της κάτοψης (κάτω), κατά Γκ. Μιλέ, των Αγίων Θεοδώρων του Μιστρά. Στα δυτικά στηρίγματα του μεγάλου τρούλου, αντί τοίχων, έχει δύο κολόνες. Ο ναός αρχικά δεν είχε νάρθηκα.
Τμήμα του περίφημου ζωγραφικού διάκοσμου της Παναγίας Οδηγήτριας – Αφεντικού στον Μιστρά, με τίτλο «Μάρτυρες»
Σχηματική παράσταση τομής κατά μήκος της Παναγίας Οδηγήτριας - Αφεντικού του Μιστρά, η οποία εσωτερικά ανήκει στον ίδιο τύπο με τον Άγιο Δημήτριο και την Παντάνασσα: κάτω είναι τρίκλιτη βασιλική, ενώ πάνω σχηματίζεται σταυρική στέγη με πέντε τρούλους.
Σχηματική παράσταση κάτοψης της Παναγίας Οδηγήτριας – Αφεντικού στον Μιστρά, κατά Γκ. Μιλέ. Επιβλητική, η αρχιτεκτονική της θυμίζει εκείνη της Κωνσταντινούπολης.
Άποψη από ΝΑ της Παναγίας Οδηγήτριας – Αφεντικού, της δεύτερης χρονικά εκκλησίας του Βροντοχίου στον Μιστρά, που άρχιζε να χτίζεται το 1310 από τον ηγούμενο Παχώμιο.
H Αγία Σοφία, κτίσμα (1350) του πρώτου δεσπότη του Μιστρά Μανουήλ Καντακουζηνού, υπήρξε το καθολικό της μονής του Ζωοδότου.
Η Περίβλεπτος, χτισμένη στη βάση ενός απότομου βράχου, στη νοτιοανατολική γωνία του τείχους της Κάτω Πόλης του Μιστρά, αποτελούσε μικρό μοναστήρι (σώζονται ακόμα τρία παρεκκλήσια), του οποίου η ίδρυση χρονολογείται πιθανότατα στα μέσα του 14ου αι. Οι κτήτορες δεν είναι γνωστοί. Το εξωτερικό της, με τις κομψές αναλογίες, την απλότητα στις γραμμές κ.ά., θυμίζει κλασικό βυζαντινό κτίσμα του 11ου ή 12ου αι.
Η κάτοψη της Αγίας Σοφίας του Μιστρά, κατά Γκ. Μιλέ, στην οποία διακρίνονται τα παρεκκλήσια και η στοά στη βόρεια πλευρά.
H κάτοψη της Περιβλέπτου στον Μιστρά, κατά Γκ. Μιλέ? πρόκειται για δικιόνιο σταυροειδή ναό με τρούλο και προσκτίσματα, που παρουσιάζει μικρή παραμόρφωση στην κάτοψη, εξαιτίας του άβολου χώρου στον οποίο χτίστηκε.
Λεπτομέρεια από το «Θρήνο», που εικονίζεται στο νότιο τοίχο της Περιβλέπτου στον Μιστρά.
Στη φωτογραφία, η «Βάπτιση», στη νότια κεραία: γραφική σκηνή με τον Χριστό γυμνό στο ποτάμι, αλλά κατά τρόπο που να μη φαίνεται ότι είναι μέσα στο νερό, τον Πρόδρομο πάνω στη βραχώδη όχθη, τις προσωποποιήσεις του Ιορδάνη και της θάλασσας, τα ψάρια και τους ανθρώπους να κολυμπούν (β μισό 14ου αι.).
Σχεδιαστική αποτύπωση της νότιας όψης της Περιβλέπτου στον Μιστρά, κατά Γκ. Μιλέ? αποτελεί κομψό ναό με πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία σε πολλά μέρη, κυρίως στην ανατολική πλευρά, και με το χαρακτηριστικό τρούλο.
Ο «Μυστικός Δείπνος», παράσταση στη δυτική κεραία της Περιβλέπτου στον Μιστρά, ακολουθεί τα παλαιά κλασικά πρότυπα, με τον Χριστό καθισμένο στο αριστερό άκρο και τους μαθητές στο τόξο της ημικυκλικής τράπεζας, ώστε να φαίνονται όλοι κατά πρόσωπο.
Οι Άγιοι Θεόδωροι είναι η παλαιότερη από τις δύο εκκλησίες του Βροντοχίου στον Μιστρά? άρχισε να χτίζεται το 1290, ολοκληρώθηκε το 1296 και ανήκει στον οκταγωνικό τύπο, στον οποίο ανήκουν και ο Όσιος Λουκάς, το Δαφνί και η Σωτείρα του Λυκόδημου (ρωσική εκκλησία) στην Αθήνα.
Η «θεραπεία του Τυφλού», από τον κύκλο των θαυμάτων του Χριστού, που εικονίζεται στον νάρθηκα της Παναγίας Οδηγήτριας – Αφεντικού στον Μιστρά.
Η αναπαράσταση, κατά Α. Ορλάνδο, της ανατολικής όψης του παλατιού των Παλαιολόγων στον Μιστρά, που μοιάζει με το παλάτι του Πορφυρογέννητου στην Κωνσταντινούπολη και με τα ανάκτορα της πρώιμης Αναγέννησης στην Ιταλία? είχε μήκος 38 μ. και πλάτος 12 μ., με ημιυπόγειο, δύο ορόφους και διώροφη στοά. Στα οκτώ διαμερίσματα του πρώτου ορόφου ήταν εγκατεστημένες οι κρατικές υπηρεσίες, ενώ ολόκληρος ο δεύτερος όροφος ήταν μία αίθουσα, η αίθουσα του θρόνου.
Τρεις αρχάγγελοι από την παράσταση της «Ετοιμασίας του Θρόνου», που βρίσκεται στη Μητρόπολη – Άγιος Δημήτριος του Μιστρά.
II
Ονομασία δύο οικισμών.
1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 485 κάτ.) του νομού Λακωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μιστρά.
2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 101 κάτ.), της πρώην επαρχίας Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Καλαριτών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αγιογραφία — Ιδιαίτερος κλάδος της ζωγραφικής, του οποίου αποκλειστικό θέμα είναι η ιστόρηση (εικονογράφηση) αγίων προσώπων του χριστιανισμού και θρησκευτικών γενικών παραστάσεων, με προκαθορισμένο τρόπο τεχνικής. Η α. χρησιμοποιείται για την εικονογράφηση… …   Dictionary of Greek

  • Λακωνίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (3.636 τ. χλμ., 99.637 κάτ.) της περιφέρειας Πελοποννήσου. Καλύπτει την ιστορική και γεωγραφική περιοχή της νοτιοανατολικής Πελοποννήσου, που είναι γνωστή ως Λακωνία και Λακωνική. Ο ν.Λ. συνορεύει στα Β με τον νομό Αρκαδίας,… …   Dictionary of Greek

  • Μακεδονική σχολή — Τεχνοτροπία της βυζαντινής ζωγραφικής. Διαμορφώθηκε τον 13o αι., άκμασε τον 14o αι. και άρχισε να παρακμάζει τον 15o αι., οπότε κυριάρχησε η Κρητική σχολή. Ο όρος Μακεδονική είναι συμβατικός. Ονομάστηκε έτσι επειδή τα σπουδαιότερα έργα αυτής της… …   Dictionary of Greek

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • Αγία Σοφία — I Ο ονομαστός βυζαντινός ναός της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άλωση μετατράπηκε σε τζαμί και τώρα είναι μουσείο. Η Α.Σ. είναι ένα από τα λαμπρότερα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα του χριστιανισμού και η οικοδόμησή της, σύμφωνα με μια παράδοση,… …   Dictionary of Greek

  • Άγιοι Θεόδωροι — I Ονομασία δεκατριών οικισμών. 1. Κωμόπολη (υψόμ. 10 μ., 5.960 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στα παράλια του κόλπου των Μεγάρων, ανατολικά του Ισθμού. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 50 μ., 556 κάτ.) στην πρώην …   Dictionary of Greek

  • Βιλεαρδουίνος ή Βιλαρδουίνος — (Villehardouin).Εξελληνισμένο επώνυμο Γάλλων πριγκίπων, ηγεμόνων της Πελοποννήσου (1210 78), επί φραγκοκρατίας. 1. Ζοφρουά (Γοδεφρείδος) ντε Βιλαρντουέν (Geoffroi deVillehardouin, Τρουά 1160; – Μακεδονία 1213;). Γάλλος συγγραφέας, ιστορικός και… …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Γρηγοράκης — Επώνυμο οικογένειας αρχόντων της Μάνης. 1. Αντώνιος ή Αντώνμπεης (Μάνη 1757 – Μιστράς 1821). Διορίστηκε μπέης της Μάνης (1803 10) και κατόρθωσε να επιβάλει την τάξη, σε συνεργασία με την οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων και άλλων ισχυρών οικογενειών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”